Μπρατισλάβα

Μπρατισλάβα
(Bratislava). Πόλη (428.672 κάτ.), πρωτεύουσα της Σλοβακίας και της επαρχίας Ζάπαντοσλοβενσκι (14.491 τ. χλμ.). Βρίσκεται σε μικρή απόσταση από τα σύνορα με την Αυστρία και την Ουγγαρία, στην αριστερή όχθη του Δούναβη. Η ίδρυσή της χρονολογείται πιθανώς από τους ρωμαϊκούς χρόνους· περιήλθε αργότερα στους Σλάβους και τον 13o αι. ήταν ήδη σημαντικό εμπορικό κέντρο. Είχε πολυάριθμα κτίρια, που χρονολογούνται από τον αιώνα αυτόν και τους επόμενους, μεταξύ των οποίων είναι ο γοτθικός καθεδρικός ναός, ο πύργος (που αναγέρθηκε στην πρώτη του μορφή τον 9o αι.) και το μέγαρο του Πριμάτου, του 18ου αι. Η θέση της στην πιο σημαντική οδό ναυσιπλοΐας της Ευρώπης και στη διασταύρωση οδικών και σιδηροδρομικών γραμμών, ευνόησε, στις αρχές του 19ου αι., την εμπορική και βιομηχανική ανάπτυξή της (είδη διατροφής, υφαντουργία, μηχανές και χημικά προϊόντα). Η Μ. έχει επίσης το πλεονέκτημα να τροφοδοτείται με το πετρέλαιο της Ρωσίας με τον «πετρελαιαγωγό της φιλίας», μήκους 4.500 χλμ. Άποψη της Μπρατισλάβα, πρωτεύουσας της Σλοβακίας? αριστερά, διακρίνεται ο γοτθικός καθεδρικός ναός του Αγίου Μαρτίνου (13ος αι.), ενώ στο βάθος διαγράφεται ο Δούναβης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Σλοβακία — Η Σλοβακία βρίσκεται στην καρδιά της Ευρώπης, στα ανατολικά της Τσεχίας. Συνορεύει με την Πολωνία στα Β, με την Ουκρανία στα Α, με την Ουγγαρία στα Ν και με την Αυστρία στα Δ.Μέχρι το 1993 η Σλοβακία αποτελούσε με την Τσεχία το ενιαίο κράτος της… …   Dictionary of Greek

  • Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… …   Dictionary of Greek

  • πατινάζ — Άθλημα που διεξάγεται με παγοπέδιλα σε παγωμένες επιφάνειες ή με τροχοπέδιλα σε πίστες από τσιμέντο, από ξύλο ή ακόμα και στο δρόμο. π. στον πάγο ή παγοδρομία. Προήλθε από έναν τρόπο μετακίνησης των λαών του Βορά, που, υποχρεωμένοι να διανύουν… …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • Δούναβης — (γερμ. Donau, σλοβακ. Dunaj, ουγγρ. Duna, σερβοκροατ. και βουλγ. Dunav, ρουμ. Dunarea, ουκρ. Dunay· ο Ίστρος των αρχαίων Ελλήνων). Ποταμός (2.840 χλμ.) της κεντρικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης. Είναι ο δεύτερος σε μήκος της ηπείρου, μετά τον… …   Dictionary of Greek

  • Ελισάβετ — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αγία από τη φυλή του Λευί, μητέρα του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Ήταν συγγενής της Θεοτόκου και σύζυγος του ιερέα Ζαχαρία. Σύμφωνα με την παράδοση, αν και η Ε. δεν μπορούσε να τεκνοποιήσει και… …   Dictionary of Greek

  • Καρπάθια — Ορεινό σύστημα (1.450 χλμ., ψηλότερη κορυφή Γκέρλαχ, 2.655 μ.) της κεντροανατολικής Ευρώπης. Εκτείνεται με τοξοειδές σχήμα από την περιοχή της Μπρατισλάβα, στη νότια Σλοβακία, έως τις Σιδηρές Πύλες του Δούναβη, στη νοτιοδυτική Ρουμανία. Τα Κ., τα …   Dictionary of Greek

  • Λάμπαν φον Βάραλια, Ρούντολφ — (Rudolf Laban von Varalja, Μπρατισλάβα 1879 – Λονδίνο 1958). Ούγγρος χορογράφος και χορευτής. Θεωρείται σημαντικός εκπρόσωπος του ελεύθερου ή σύγχρονου χορού, στον οποίο αφιερώθηκε ως χορευτής, χορογράφος και δάσκαλος δικών του ανανεωτικών… …   Dictionary of Greek

  • Λαρός, Γιόχαν — (Johann Laroche, Μπρατισλάβα 1745 – Βιέννη 1806). Γερμανός ηθοποιός του θεάτρου. Το όνομά του συνδέθηκε άρρηκτα με τον σκηνικό ήρωα Κάσπερλ, με τον οποίο κατέληξε να ταυτιστεί. Ο Κάσπερλ αποτελούσε τυπική μορφή της αυστριακής λαϊκής κωμωδίας. Στο …   Dictionary of Greek

  • Λέναρντ, Φίλιπ Έντουαρντ Άντον — (Phillipp Eduard Anton Lenard, Μπρατισλάβα 1862 – Μεσελχάουζεν 1947). Γερμανός φυσικός και πανεπιστημιακός, ουγγρικής καταγωγής. Σπούδασε διαδοχικά στα πανεπιστήμια της Βουδαπέστης, της Βιέννης, του Βερολίνου και της Χαϊδελβέργης. Εκτός από μια… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”